Ευάγγελος Στ. Πονηρός, Εκατό χρόνια από τη θυσία του εθνικού μας ήρωα ποιητή Λορέντζου Μαβίλη
29 Νοεμβρίου, 2012 — vatopaidifriend4Στίς 28 Νοεμβρίου 1912 σκοτώθηκε στο Δρίσκο της Ηπείρου ο Κερκυραίος ποιητής Λορέντζος Μαβίλης, ο οποίος είχε λάβει μέρος στον πόλεμο ως λοχαγός του εθελοντικού ιταλικού στρατιωτικού σώματος των γαριβαλδινών. Ο ποιητής γεννήθηκε το 1860 στην Ιθάκη, αλλά έζησε τα περισσότερα χρόνια του στην Κέρκυρα. Ήταν τέκνο του δικαστικού Παύλου Μαβίλη και της Ιωάννας Καποδίστρια Σούφη, ανηψιάς του κυβερνήτη. Σπούδασε στη Γερμανία, στο Μόναχο και στο Φράϊμπουρκ, κλασική φιλολογία, αρχαιολογία, φιλοσοφία και σανσκριτικά.
Ήταν τότε η εποχή, όπου οι Έλληνες πατριώτες δεν ήταν σπάνιοι, όπου η προδοσία δεν εθεωρείτο πρόοδος, όπου οι λέξεις«Ελλάδα»,«πατρίδα», «πατριωτισμός», «έθνος» δεν ήταν απαγορευμένες, η εποχή όπου δεν τολμούσαν οι δήθεν διεθνιστές και κοσμοπολίτες να σε χλευάσουν αν δήλωνες Έλληνας. Τώρα το πράττουν, και μάλιστα στην Ελληνική γλώσσα, την οποία δεν έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν, αφού περιφρονούν και απεχθάνονται καθετί ελληνικό.
Ας επιστρέψουμε όμως στη ζωή, το έργο και τη θυσία του ανεπανάληπτου αυτού Έλληνα:Η φλόγα του πατριωτισμού που έκαιγε μέσα του, τον οδήγησε να πολεμήσει άλλες δύο φορές για την ελευθερία των υπόδουλων περιοχών της ελληνικής πατρίδας: στην Κρήτη το 1896 και στην Ήπειρο το 1897, όπου και τραυματίσθηκε. Το 1910 εκλέχθηκε βουλευτής Κερκύρας. Στον λόγο του για το γλωσσικό ζήτημα στην αναθεωρητική βουλή του 1911 υποστήριξε με πάθος τη δημοτική μορφή της Ελληνικής γλώσσας. Το έργο του είναι κυρίως ποιητικό αλλά και μεταφραστικό, ιδιαιτέρως δε καλλιέργησε το ποιητικό είδος του σονέτου. Έχει παρατηρηθεί, ότι την ποιητική του φήμη δεν οφείλει στην έκταση του έργου του, αλλά στην ποιότητά του.
Κατά τη μοιραία μάχη του Δρίσκου ο ίδιος ο αρχηγός του σώματος των γαριβαλδινών συμβούλευσε υποχώρηση. Όμως, στο πολεμικό συμβούλιο ο Μαβίλης αντιτάχθηκε με όλες του τις δυνάμεις στην πρόταση αυτή. Έτσι αποφασίσθηκε να συνεχισθεί η επίθεση. Κατά τη διάρκειά της, κι ενώ προχωρούσε άφοβος προς την κορυφή του βουνού, ένα βόλι του διαπέρασε το πρόσωπο. Τον μετέφεραν σ ένα εξωκκλήσι του Δρίσκου, όπου είχε στηθεί ένα πρόχειρο νοσοκομείο, όμως εκεί ένα δεύτερο βόλι τον βρήκε στο πρόσωπο και πάλι. Ήταν πενηνταδύο ετών, όταν θυσιάσθηκε για την Ελλάδα – γι αὐτό που αγαπούσε πάνω απ ὅλα. Τα τελευταία του λόγια λένε πως ήταν: «Επερίμενα πολλές τιμές από τούτον τον πόλεμο, αλλά όχι και την τιμή να θυσιάσω τη ζωή μου για την Ελλάδα μου».Θυσιάσθηκε, αλλ ἡ θυσία του δεν πήγε χαμένη, η λευτεριά άπλωσε τα φτερά της πάνω από την Ήπειρο και τη Μακεδονία. Τιμώντας την εκατοστή επέτειο της μνήμης του έξοχου αυτού Έλληνα, ας θυμηθούμε ένα από τα αριστουργηματικά ποιήματά του:
ΠΑΤΡΙΔΑ
Μάννα μου Ελλάδα, τι δεν είσαι τώρα
Σαν πρώτα ορθή, ψηλή, στεφανωμένη
Με δάφνες, τι δεν είσαι με τα δώρα
Της αθάνατης Νίκης στολισμένη;
Αχ! πότε θάρθη, πότε θάρθη η ώρα
Να ματαστράψη η όψη σου η σβυμένη
Και την ερημωμένη σου τη χώρα
Μ ἐλπίδα να φωτίσης, ω αντρειωμένη;
Πατρίδα μου, σηκώσου. Ας λάμψη πάλι
Στον αιθέρα ψηλά το μέτωπό σου,
Και της Ελευτεριάς θε να προβάλη
Η μέρα και το θείο πρόσωπό σου
Θα λάμπη σαν τον ήλιο της. Μεγάλη
Θα γίνης κι αλλοιά τότε στον εχτρό σου.
Πηγή: aktines.blogspot.gr